Όσο ήμασταν παιδιά, τα Χριστούγεννα είχαν μεγαλύτερη αξία για εμάς. Τα δώρα που λαμβάναμε και το κλείσιμο του σχολείου, ήταν αρκετά για να γίνουμε ευτυχισμένοι. Όταν μάλιστα πετυχαίναμε Παρασκευή 20 Δεκέμβρη ήταν η καλύτερη μας, καθώς αυτό σήμαινε ότι θα καθόμασταν 18 μέρες. Για εμάς, αυτές οι 18 μέρες ήταν η αιωνιότητα. Έχω την εντύπωση ότι το ίδιο πράγμα νιώθουν και τα σημερινά παιδιά. Η απαλλαγή από τις καθημερινές υποχρεώσεις σίγουρα είναι μια ανακούφιση. Το πρόβλημα είναι ότι κάποιοι γονείς λόγω της γενικότερης κρίσης δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους. Ακόμα κι ένα απλό δωράκι πολλές φορές είναι δύσκολο γι΄αυτούς, αφού δικαίως θεωρούν προτιμότερο να έχει το παιδί τους φαγητό παρά καινούρια παιχνίδια. Κάποιοι άλλοι είναι ολομόναχοι σ΄ένα δωμάτιο, παρέα με μια παλιά τηλεόραση που τους κάνει παρέα. Τέτοιες μέρες είναι που αναδεικνύεται η μοναξιά και η φτώχεια. Κι έχεις τον άλλο να ασχολείται με ρεβεγιόν και παπιγιόν.
Όσο περνάνε τα χρόνια ακούω όλο και περισσότερο τη λέξη ρεβεγιόν. Μέχρι τα 18 μου δεν είχα ακούσει τη λέξη ρεβεγιόν. Όσο πιο ξενόφερτο είναι κάτι, όσο πιο αηδία, τόσο πιο πολύ της μόδας γίνεται. Τώρα θα πει κάποιος, εδώ γιορτάζουμε το Halloween, το ρεβεγιόν σε πειράζει; Όλα με πειράζουν. Ό,τι διαφθείρει τον τόπο μου, με πειράζει. Σε λίγο κάποιοι θα ξεχάσουν και τα ελληνικά τους. Μη σας πω ότι κάποιοι τα έχουν τα έχουν ξεχάσει ήδη με τα greeklish που χρησιμοποιούν. Όλα ι. Σίγα μην ασχοληθούν με υ και η. Δεν είναι το θέμα μας όμως τα greeklish. Πρόσφατα ένας φίλος μου με ρώτησε που θα κάνω ρεβεγιόν. Σοβαρή ερώτηση από άνδρα σε άνδρα. Έπρεπε να το περιμένω όμως. Πέρυσι με είχε ρωτήσει τι θα φορέσω την Πρωτοχρονιά.
Ποτέ δε μου δε χώνεψα τη λέξη ρεβεγιόν. Αποτελεί ό,τι πιο τυποποιημένο και άψυχο έχουν τα Χριστούγεννα. Ούτε στη Βηθλεέμ υπήρχε ρεβεγιόν, ούτε εμείς ως παιδιά έχουμε να θυμόμαστε κάτι από τη λέξη. Αυτή η μάζωξη, το ρεβεγιόν, είναι μια συνήθεια των μεγάλων. Αυτό το φανερά αχρείαστο δείπνο πριν τη μέρα Χριστουγέννων ή της Πρωτοχρονιάς. Αυτό το πριν μας έχει φάει. Κάποιοι πάνε σε ρεβεγιόν το βράδυ και το μεσημέρι των Χριστουγέννων κοιμούνται.
Αυτό που μ΄άρεσε και μου αρέσει από τα Χριστούγεννα είναι η στολισμένη πόλη. Ωραίο πράγμα να περπατάς στο κέντρο της πόλης σου και να τη βλέπεις, καθαρή, φωταγωγημένη και όμορφη. Με το ρεβεγιόν ούτε την πόλη μπορείς να δεις, ούτε μπορείς να θυμηθείς κάτι από τα παιδικά σου χρόνια. Μπορείς απλά να εκφράσεις τον θαυμασμό σου για τα ωραία σκουλαρίκια που αγόρασε ο φίλος σου στην καλή του, μπορείς να εισπράξεις τον θαυμασμό των άλλων για τον καλογυμνασμένο κορμί που διατηρείς, μπορείς να διακρίνεις τον καλό εαυτό όλων, το βράδυ του ρεβεγιόν.
Το κλίμα μπορεί να είναι μέσα στη τρελή χαρά, αλλά αν αφήναμε τα κινητά όλων στο τραπέζι (όπως στην ταινία του Αθερίδη), προσβάσιμα για όλους, εκεί θα βλέπαμε ότι τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται…
Με λίγα λόγια δε γουστάρω τα ρεβεγιόν γιατί δε γουστάρω τους τέλειους ξένους. Οι μόνοι τέλειοι ξένοι που μου άρεσαν ήταν αυτοί των Deep Purple, άντε και αυτοί του Αθερίδη...
Για να βρείτε τον Αλέξανδρο Κοντόπουλο στο facebook, πατήστε εδώ