Από τον Αλέξανδρο Κοντόπουλο
Ήμουν δεν ήμουν 18 χρόνων. Εκείνα τα καλοκαίρια, όπως και όλα τα προηγούμενα, τα περνούσα στο εξοχικό μου. Σπάνια φεύγουν από τη μνήμη μας εκείνες οι μέρες.
Εκείνη την εποχή διοργανώναμε τουρνουά μπάσκετ στο ανοιχτό γήπεδο της περιοχής. Είχα πάρει λοιπόν κι εγώ την πρωτοβουλία να φτιάξω μια ομαδούλα μαζί με τον τότε κολλητό μου. Ομολογώ ότι έπαιζα αρκετά καλά. Μην φανταστείτε τίποτα μονάκια της πλάκας. Διπλά, πάνω κάτω η μπάλα συνέχεια. Αυτό που έχει μείνει πιο βαθιά χαραγμένο στο μυαλό μου, ήταν η μέρα που φούσκωσα από υπηρηφάνεια. Καθώς έτρεχα σε κάποια φάση με την μπάλα κοντά στη γραμμή του άουτ, ακούω απ΄έξω μια φωνη να λέει στο διπλανό του. Αυτόν τον πιτσιρικά θέλω να τον πάρω στην ομάδα μας του χρόνου. Είναι ψηλός, γρήγορος, εύστοχος. Δεν το είπε για να το ακούσω, αλλά εγώ το άκουσα. Ο ομιλών ήταν γύρω στα 23-24, ντόπιος, από τις πρώτες μούρες στην περιοχή. Όλοι τον εκτιμούσαν και τον σέβονταν. Αυτές οι κολακευτικές κουβέντες ήταν ένα ακόμα κίνητρο για να παίξω καλά. Όταν τελείωσε το παιχνίδι, ήρθε και μου μίλησε.
‘’Του χρόνου το καλοκαίρι, θέλεις να έρθεις στην ομάδα μου;’’ με ρώτησε. Δέχτηκα χωρίς δεύτερη σκέψη.
Όταν ήρθε το επόμενο καλοκαίρι, δεν ήμουν σίγουρος αν θα ίσχυε η πρόταση που μου έκανε. Δεν υπήρχαν τότε ούτε κινητά, ούτε ιντερνετικά κολοκύθια για να υπάρχει επικοινωνία στο μεσοδιάστημα. Για να είμαι ειλικρινής, περίμενα ότι θα το είχε ξεχάσει. Όταν έφτασα στο γήπεδο, τον συνάντησα.
-Ισχύει ότι είπαμε; Ρώτησε.
- Εννοείται, απάντησα.
Ήταν από τα καλύτερα πράγματα που έχω να θυμάμαι. Ο λόγος που δώσαμε είχε αξία. Μπορεί το μυαλό μας να μην είχε πήξει ακόμα, ο λόγος μας ήταν πάνω απ΄όλα. Μια κουβέντα που είπαμε, τα χέρια που δώσαμε, αρκούσαν για να εμπιστευτεί ο ένας τον άλλον.
Δυστυχώς όλα αυτά δεν τα συναντάς εύκολα πια. Είναι πολύ δύσκολο να βρεις άτομα που κρατάνε τον λόγο τους. Είτε πρόκειται για πολύ σοβαρά πράγματα, είτε για λιγότερο σοβαρά. Ο λόγος είναι μια αξία που χάθηκε στο πέρασμα των χρόνων. Μαζί με τα όνειρα που πνίγηκαν στη θάλασσα, πνίγηκε και ο λόγος. Οι περισσότεροι πράττουν όπως τους βολεύει και αρκετές φορές ξεχνάνε τι έχουν πει 2 ώρες πριν.
Το άσχημο είναι ότι αρκετές φορές αυτός ο λόγος που δεν κρατήθηκε, μπορεί να εκθέσει εσένα. Κάποιος δεν θα κάνει από αυτό που είχε υποσχεθεί και εσύ αργότερα μπορεί να βρεθείς εκτεθειμένος κάπου άλλου. Την ώρα που εσύ πασχίζεις και αγχώνεσαι για να τηρήσεις αυτό που υποσχέθηκες, κάποιοι άλλοι σε γράφουν εκεί που δεν πιάνει μελάνι.
Το αστείο είναι ότι πολλές φορές δεν κρατάνε τον λόγο τους, ακόμα και στα πιο απλά πράγματα, ακόμα και στα πράγματα που εκείνοι έχουν προτείνει. Ο άλλος πλέον μπορεί να αθετήσει τον λόγο μέσω ενός μηνύματος στο fb. Υπάρχουν βέβαια και αυτοί που δεν ειδοποιούν καν. Ας είχαν τουλάχιστον το σθένος να παραδεχτούν ότι έσφαλαν. Λένε ότι από τότε που ήρθε η συγνώμη, χάθηκε το φιλότιμο. Μάλλον όμως από τότε που χάθηκε το φιλότιμο, χάθηκε και η συγνώμη…
Για να βρείτε τον Αλέξανδρο Κοντόπουλο στο facebook, πατήστε εδώ