ΚΑΘΕ ΠΕΜΠΤΗ Ο ΑΝΔΡΑΣ ΜΕ ΜΕ ΤΑ ΜΑΥΡΑ ΣΕ ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ
Από τον Αλέξανδρο Κοντόπουλο Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
Tη γνώρισε στη Βάρκιζα ένα βράδυ Τρίτης. Άφησε το φίλο του, το Νικήτα να συνεχίσει την απόλαυση του φαγητού του και εκείνος με γοργό βήμα κατευθύνθηκε προς την πλευρά της νεαρής δεσποινίδας. Για χάρη της μπήκε μέσα στην κρεπερί, ξοδεύοντας και τα τελευταία 6 ευρώ που του είχαν απομείνει. Αυτή η στρουμπουλή θεά ήταν ό,τι χρειαζόταν για να δώσει νόημα στο ανιαρό καλοκαίρι του, ήταν η κυρίαρχη σκέψη που έκανε.
Περίμενε να βγει και στη συνέχεια έκανε την κρούση του. Πάντα προτιμούσε να μην υπάρχει κόσμος γύρω, θεωρώντας ότι ο περίγυρος επηρέαζε αρνητικά τέτοιου είδους υποθέσεις.
-«Καλησπέρα , έχω καθήκον απέναντι στον εαυτό μου να σου ζητήσω μια ευκαιρία να σε ξαναδώ» είπε με στόμφο.
-«Πως κι έτσι;» αναρωτήθηκε γεμάτη απορία, λες και της συνέβη για πρώτη φορά.
Η αλήθεια είναι ότι τα γούστα του Ανδρα με τα Μαύρα ήταν λίγο περίεργα και αρκετές φορές, έπεφτε σε γυναίκες που δε συνήθιζαν να δέχονται κρούσεις. Αυτό βέβαια ήταν και προνόμιο κατά τα λεγόμενα του, γιατί έτσι δεν υπήρχε περίπτωση να τσακωθεί με φίλους για ιστορία θηλυκού γένους.
Ο Άνδρας με τα Mαύρα επέστρεψε στο μέρος που είχε αφήσει το φίλο του. Το μαγαζί είχε κλείσει, αλλά ο Νικήτας με την Ιώβειο υπομονή που διέθετε, δεν είπε κουβέντα κι έκατσε στωικά να ακούσει την ιστορία του φίλου του. Πριν προλάβει όμως να σχολιάσει οτιδήποτε, τον σταμάτησε ο ήχος του κινητού του Μαυροντυμένου Άνδρα. Η κοπέλα, που είχε πάρει το τηλέφωνο του λίγη ώρα πριν, είχε ανταποκριθεί στο κάλεσμα του γρηγορότερα και από την Πυροσβεστική. Λίζα τ΄όνομα της.
Φόρεσε το καλό του χαμόγελο και απομακρύνθηκε από τον Νικήτα, προκειμένου να μην ακούγεται το γέλιο του.
Μετά από 2-3 μέρες συνεχόμενων τηλεφωνικών συνδιαλέξεων ο Άνδρας με τα Μαύρα και η στρουμπουλή κοπέλα αποφάσισαν να συναντηθούν. Το σπίτι της στην Εκάλη, ήταν ο τόπος που η Λίζα επέλεξε να κλειστεί το πρώτο ραντεβού. Ο Άνδρας με τα Μαύρα δεν είδε με καλό μάτι το μέρος, καθώς κατάλαβε ότι πρόκειται για φραγκάτη περίπτωση βορείων προαστίων. Σε αντίθεση με πολλούς άλλους, προτιμούσε κοπέλες από τις λαϊκές τάξεις, θεωρώντας τις σαφώς πιο διαχειρίσιμες περιπτώσεις και πολύ λιγότερο επηρμένες.
Η μοίρα όμως απόψε δεν είχε γιορτή και έγραφε Εκάλη. Στις 10 το βράδυ είχε ήδη φτάσει στο σπίτι της κοπέλας. Περίμενε λίγη ώρα απ΄έξω, προκειμένου να μη φανεί βιαστικός. Μετά το πέρας του ακαδημαϊκού τέταρτου, χτύπησε το κουδούνι. Η Λίζα μ΄ένα ξώπλατο εντυπωσιακό φόρεμα τον προϋπάντησε και εκείνος τις χάιδεψε τα μαλλιά. Αυτή η κοπέλα τον έβγαζε γρήγορα από τα όρια του.
Το σπίτι της Λίζας ήταν ένα εντυπωσιακό νεόδμητο τριώροφο, που στα μάτια του Άνδρα με τα Μαύρα έμοιαζε πύργος. Δε δίστασε μάλιστα να αποκαλύψει την απορία του.
-«Μα πως είναι δυνατόν μια κοπέλα μόνη να μένει σ΄ένα τέτοιο Πύργο.»
-« Δεν έχω σκοπό να μείνω για καιρό μόνη. Ο σκοπός μου είναι να παντρευτώ και να κάνω παιδιά. Έλα πάνω να σου δείξω το δωμάτιο μου».
Το δωμάτιο της Λίζας ήταν ένας τεράστιος χώρος που οι τοίχοι toy ήταν φτιαγμένοι από σκαλιστή μέτρα.
Ο Άνδρας με τα Μαύρα είχε αρχίσει να καταλαβαίνει ότι μάλλον η αρχική του εκτίμηση του ήταν λανθασμένη. Η χλυδάτη Λίζα ήθελε άμεση αποκατάσταση και παιδιά και αυτό ήταν το τελευταίο για το οποίο ενδιαφερόταν τη δεδομένη χρονική στιγμή.
Κάποια στιγμή η Λίζα άρχισε να του μιλάει για κάποια επαγγελματικά της προβλήματα. Αυτό ήταν! Ο Άνδρας με τα Μαύρα ξέσπασε.
-«Κούκλα μου δε μ΄ενδιαφέρουν τα προβλήματα σου. Εδώ ήρθα για να περάσουμε καλά, όχι να μαυρίσουμε τις ψυχές μας»
-«Μα τι αντίδραση είναι αυτή. Δε σε καταλαβαίνω. Ας μην κάτσουμε πολύ τότε μαζί για να έρθει μια φίλη μου να της πω το πρόβλημα.
-«Ας μην κάτσουμε καθόλου, πες καλύτερα» είπε με ακόμα πιο έντονο ύφος.
Σηκώθηκε από το βολικό καναπέ στον οποίο αναπαυόταν και άνοιξε την πόρτα. Τη χτύπησε με δύναμη κι έφυγε. Αναθεμάτισε την τύχη του και τα βόρεια προάστια για την άσχημη βραδιά που πέρασε και σταμάτησε το πρώτο ταξί που συνάντησε, ελπίζοντας ο οδηγός να μην έχει όρεξη για κουβέντα. Η νύχτα είχε τελειώσει στον πύργο της Λίζας…
Για να βρείτε τον Αλέξανδρο Κοντόπουλο στο facebook, πατήστε εδώ.