Από τον Αλέξανδρο Κοντόπουλο Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
Θα μπορούσε να είναι άνετα κινηματογραφική ταινία. Δυστυχώς είναι αληθινή ιστορία. Η πυρκαγιά στο πλοίο προκάλεσε μια από τις μεγαλύτερες τραγωδίες των τελευταίων ετών στη χώρα μας. Οι μαρτυρίες είναι συγκλονιστικές.
Ώρες αγωνίας στο πλοίο, άνθρωποι στο κρύο απροστάτευτοι, άνθρωποι με ζάχαρο χωρίς ένα ποτήρι νερό, να μην ξέρουν αν θα τους προλάβουν οι φλόγες ή τα ελικόπτερα. Την ώρα που γράφεται το κείμενο, οι νεκροί είναι δέκα, ενώ υπάρχουν αρκετοί αγνοούμενοι. Τραγικό και το ότι οι αρχές δε γνωρίζουν το ακριβές νούμερο, κάτι που δυσκολεύει ακόμα περισσότερο την εύρεση τους.
Ακούγοντας τη γιαγιούλα να περιγράφει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες πως γλίτωσε από τις φλόγες του πλοίου, ειδοποιώντας τον άντρα της έγκαιρα, αντιλαμβάνεται κάποιος πόσο μεγάλη είναι η επιθυμία του ανθρώπου για ζωή. Μια επιθυμία που γίνεται πάντα μεγαλύτερη όταν τη βλέπεις να φεύγει από μπροστά σου.
Δυστυχώς, κάποιοι δεν καταλαβαίνουν ότι όλα τα άλλα είναι δευτερεύοντα. Σχέσεις, δουλειές, χόμπι, περνάνε σε δεύτερη μοίρα. Ασφαλώς και όλα αυτά κάνουν τη ζωή καλύτερη. Αλλά βαρέθηκα να ακούω «αυτό δεν είναι ζωή», «αυτό είναι σκλαβιά». Να το πει αυτός ο άστεγος το καταλαβαίνω, να το πει αυτός που ψάχνει ένα πιάτο φαγητό, το καταλαβαίνω. Υπάρχουν δυστυχώς και αυτές οι περιπτώσεις. Βαρέθηκα όμως όλους αυτούς που κλαίγονται, ενώ κάθε Κυριακή μεσημέρι δημιουργούν κίνηση στην παραλιακή, γεμίζουν το πάρκινγκ του Φλοίσβου και δεν αφήνουν ελεύθερο τραπέζι στα ακριβά Fridays.
Το σημαντικότερο αγαθό που έχει στα χέρια του ο άνθρωπος είναι η ζωή. Μετά το τέλος αυτής, όσα σχετικά βιβλία και αν διαβάσεις, δε θα μάθεις ποτέ τι θα απογίνεις. Και αντί να κάτσεις να την απολαύσεις, την αφήνεις να φεύγει, βάζοντας μπροστά τον εγωισμό σου, τη μίρλα σου και την απαισιοδοξία σου. Η αυτάρκεια είναι αυτή που θα χαρίσει ένα μέρος της ευτυχίας σου.
Θυμάμαι πριν αρκετά χρόνια (πρέπει να ήμουν 19), που μόλις είχα πάρει δίπλωμα οδήγησης αυτοκινήτου. Είχαν περάσει 3 μήνες από τότε που το έπιασα στα χέρια μου, αλλά λόγω έλλειψης οχήματος δεν είχα οδηγήσει από τη μέρα των εξετάσεων.
Τότε λοιπόν συνηθίζαμε να πηγαίνουμε στο Λυκαβηττό και να αράζουμε με τις ώρες… Μια μέρα λοιπόν πήραμε το σαράβαλο ενός κολλητού και πήγαμε στον αγαπημένο λόφο. Ο οδηγός και κάτοχος του Ι.Χ πάντα γενναιόδωρος, είχε τη φαεινή ιδέα να οδηγήσουμε το αμάξι του.
Δέχτηκα πρώτος το «δώρο» του φίλου και οδήγησα για κανά πεντάλεπτο στην πεδιάδα του Λυκαβηττού. Φτάνοντας σε μια ανηφορίτσα, ο οδηγός μου είπε να σταματήσω και να αφήσω το τιμόνι στον τρίτο της παρέας. Ξέχασε όμως να μου πει ότι τα φρένα του σαράβαλου υπολειτουργούσαν. Εγώ λοιπόν δεν κατάφερα να φρενάρω και άρχισε να μας παίρνει η όπισθεν. Άκουγα τους δυο να φωνάζουν «φρένο φρένο», αλλά το φρένο δεν πατιόταν. Όταν τους είδα να σφιχταγκαλιάζονται, συνειδητοποίησα ότι πέφταμε στο κενό. Το ένστικτο της επιβίωσης ευτυχώς αποδείχθηκε ισχυρό και με μια γκαζιά αποφύγαμε το μοιραίο. Στα λίγα δευτερόλεπτα που κινδύνεψαν οι ζωές μας, σκεφτόμουν ότι όλες αυτές οι κινηματογραφικές πτώσεις, δεν είναι και τόσο μακριά από την πραγματικότητα. Κατεβαίνοντας από το Λυκαβηττό δε μας ενδιέφερε τίποτα άλλο εκτός την κερδισμένη ζωή μας. Η πιο ωραία γκόμενα να περνούσε από μπροστά μας, δε θα δίναμε σημασία. Πάντα λοιπόν πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι η ζωή μας δεν είναι δεδομένη. Πάντα πρέπει να την αγαπάμε και να μην την υποτιμάμε. Αν δεν πειστήκατε, καλό είναι να ακούσετε κάποιους από τους επιζήσαντες του καμένου πλοίου. Ίσως τότε εκτιμήσετε περισσότερο τη ζωή σας…
Για να βρείτε τον Αλέξανδρο Κοντόπουλο στο facebook, πατήστε εδώ.